
Το άνοιγμα μπροστά στο πουκάμισο καλύπτεται εσωτερικά από την τραχηλιά (σαλιάρα ή επιστήθιο) σχήματος ορθογωνίου που δένεται στο λαιμό και είναι χρώματος βυσσινή πορτοκαλί ή άσπρο.
Στην καθημερινή φορεσιά φορούσαν στα χέρια χωριστά μανίκια, τα «μπρουμάνικα», ή «χειρόκτια», μάλλινα πλεκτά, κυρίως άσπρα με λίγο κέντημα ή δαντέλα στην μανσέτα, σπάνια ριγωτά και πιο σπάνια πολύχρωμα.
Ο επενδυτής (γκιουρδία) είναι χωρίς μανίκια, μαύρου χρώματος και φτάνει λίγο πιο κάτω από τη μέση. Γίνεται από μάλλινο υφαντό νεροτριβιασμένο σαγιάκι. Αποτελείται από μια μάνα (ένα κομμάτι), είναι πιο φαρδύς κάτω και καθώς κουμπώνεται στη μέση αφήνει ανοιχτό το στήθος. Η ποδιά είναι στενή και ορθογώνια και σφίγγει τη γκιουρδία. Διακοσμείται στην περίμετρο και οριζόντια στη μέση, με άσπρες κορδέλες, πούλια, χάντρες και με κεντήματα. Σε άλλες κυριαρχεί το μπορντό, βυσσινή χρώμα και σε άλλες το πορτοκαλί, κίτρινο. Η μαντίλα, ντάρκμα (σαμία ή σκέπη) είναι άσπρη.
Τη διπλώνουν σε μια γωνιά και τη δένουν πάνω από τα φρύδια. Οι άλλες δυο γωνίες γυρνούν προς τα πίσω και πάνω, και στερεώνονται στο πλάι με φιόγκο το λεγόμενο περιστέρι. Η γωνία που κρέμεται φτάνει ως και κάτω από τη μέση. Η άκρη της έχει κεντημένο ένα ρομβοειδές σχήμα και από εκεί κρέμονται κρόσσια από μάλλινη κλωστή. Στα πόδια φορούσαν μαύρες πλεχτές κάλτσες τα τσοράπια. Εξαρτήματα αποτελούν το μαντίλι (κάρπα), που φανέρωνε αρραβώνα, είναι στολισμένο με δαντέλες, χάντρες, πούλιες και το κρεμούσαν στο πλάι, και τα κιουστέκια (γκερντάνια), αλυσίδες με νομίσματα. Με κιουστέκια στόλιζαν και τη ποδιά. Τα έδεναν από την πάνω αριστερή μεριά ως την κάτω δεξιά ή δενόντουσαν στο επάνω μπροστινό μέρος της ποδιάς σχημάτιζαν ημικύκλιο και κατέληγαν στο πίσω δέσιμο της ποδιάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου